ὀφθαλμοί, οἱ
Ερμηνεία:
(τα μάτια) [ὁ oφθαλμός, του οφθαλμού, των οφθαλμών]
Ετυμολογία:
[< (Όμηρ., Ιπποκράτης) ὀφθαλμός (το μάτι)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… ἱλαροὶ καὶ ἥμεροι ὀφθαλμοί του…[ Πάσχα Ρωμέϊκο]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|